- Ελένη, αγία
- (Δρέπανο Βιθυνίας 247 – 328 μ.Χ.). Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας και μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ήταν κόρη ξενοδόχου, ελληνικής καταγωγής. Όταν, γύρω στο 270, ο Κωνστάντιος ο Χλωρός, αξιωματικός τότε του Αυρηλιανού, πέρασε από το Δρέπανο, έμεινε στο ξενοδοχείο του πατέρα της, όπου γνώρισε την Ε. Την παντρεύτηκε με ειδικό νόμο, που επέτρεπε στους ευγενείς και στους αξιωματικούς να νυμφεύονται γυναίκες λαϊκής καταγωγής. Το 293, όμως, χώρισε από την Ε. κατ’ απαίτηση του Διοκλητιανού, αλλά και γιατί ο νόμος, αν και επέτρεπε τον γάμο, απαγόρευε την άνοδο σε ανώτατα αξιώματα όσων είχαν σύζυγο λαϊκής καταγωγής. Αργότερα η Ε. συμπαραστάθηκε ενεργά στον γιο της και επιδόθηκε σε κοινωφελή και φιλανθρωπικά έργα. Όταν ο Κωνσταντίνος ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο, κάλεσε τη μητέρα του στην αυλή, της έδωσε τον τίτλο της αυγούστας και χάραξε τη μορφή της σε νομίσματα, ενώ προς τιμήν της μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολη. Το 326 η Ε. ταξίδεψε στην Ιερουσαλήμ όπου έμεινε έναν χρόνο. Εκεί, κατά τους χρονογράφους, ανακάλυψε τον Γολγοθά, τον τάφο του Ιησού και τον σταυρό του μαρτυρίου του. Αναφέρεται, μάλιστα, ότι ο Αδριανός είχε καλύψει σκόπιμα με χώμα τον Γολγοθά και τον τάφο του Ιησού και είχε τοποθετήσει στη θέση του πρώτου το άγαλμα της Αφροδίτης και στη θέση του δεύτερου το άγαλμα του Δία. Η Ε. χρηματοδότησε τη θεμελίωση ναών στον χώρο του τάφου (ναός της Ανάστασης), στη Βηθλεέμ (στο σπήλαιο όπου γεννήθηκε ο Ιησούς) και στο όρος της ευαγγελικής Ανάληψης. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη της μαζί με αυτήν του γιου της στις 21 Μαΐου.
Άγαλμα της αγίας Ελένης, που υπήρξε εμπνεύστρια της θρησκευτικής πολιτικής του γιου της Κωνσταντίνου (Μουσείο Καπιτωλίου, Ρώμη).
Dictionary of Greek. 2013.